Ο,τι ξέρατε για τα καουμπόικα φιλμ ξεχάστε τα.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με άσκηση ύφους!
Τόσο ο σκηνοθέτης Αρθουρ Πεν (Μπόνι και Κλάιντ, Ο Μικρός Μεγάλος Ανθρωπος, κ.λπ.), όσο και οι δύο πρωταγωνιστές του δε μιλάνε απλή κινηματογραφική γλώσσα, μιλάνε, κεντάνε σωστότερα, με πολύ ψιλές και λεπτομερειακές βελονιές!Είναι πολλές οι στιγμές της ταινίας που σε αναγκάζουν να ξεχνάς την ιστορία που διηγείται και να χαζεύεις τον τρόπο που τη διηγείται. Να ξεχνιέσαι... και να «χαζεύεις» με το εξαιρετικό πλανάρισμα και τις σωστές θέσεις της μηχανής και, ιδίως, με τις ερμηνείες.
Οι οποίες, ενώ είναι ενταγμένες στη γνωστή μανιέρα των δύο θαυμάσιων ηθοποιών, η οποία πολλές φορές σε εκνευρίζει, καταφέρνουν, κόντρα στη δική σου άρνηση να δεχτείς τη μανιέρα τους, να σε παρασύρουν στα δικά τους μονοπάτια και να σε περάσουν μέσα σε ένα σπάνιο κήπο με χιλιάδες ευωδιές. Ευωδιές που βγάζουν οι άκρες από τα μάτια, τα αμήχανα δάχτυλα, το ανεπαίσθητο κούνημα των χειλιών, η αμηχανία που εκφράζεται με το σκάψιμο της γης με τη μύτη από το παπούτσι, το διώξιμο μιας μύγας που δε φαίνεται, η προσπάθεια να ακούσουν έναν θόρυβο...
Μιλάμε για ποταμό υποκριτικών λεπτομερειών! Μιλάμε για σπάνιο πλούτο.Αλλά και η ίδια η ταινία είναι ...παράξενη! Κόντρα στο συνηθισμένο. Εχει, βέβαια, μια καουμπόικη ιστορία, για να σου αποσπάσει την προσοχή: μια συμμορία κλεφτών αλόγων πλησιάζει έναν μεγαλοκτηματία με σκοπό να τον κλέψει, για να τον εκδικηθεί για τον θάνατο (κρέμασμα) ενός συντρόφου τους. Εκείνος, παλιά καραβάνα, τους παίρνει είδηση και ναυλώνει έναν «ειδικό» (Μάρλον Μπράντο) για να τους κυνηγήσει. Στο μεταξύ ο αρχηγός των κλεφτών (Τζακ Νίκολσον) ερωτεύεται την κόρη του μεγαλοκτηματία. Στο τέλος μόνον το ζευγάρι θα σωθεί. Και αυτό με τις δικές του απώλειες.
Η ταινία, όμως, δε μένει εκεί!..Ο Αρθουρ Πεν με τη βοήθεια του σεναριογράφου Τόμας Καμ Γκουάν, ο οποίος θεωρείται ο συγγραφέας που αναθεώρησε τον καουμπόικο μύθο, κάνοντάς τον λιγότερο ηρωικό και δίνοντάς του μια ρεαλιστική διάσταση, κατέβασε όλους τους ήρωές του από τα άλογά τους και τους έκανε απλούς καθημερινούς ανθρώπους! Για πρώτη φορά, ίσως, η οθόνη δείχνει καουμπόηδες με πραγματικές ανθρώπινες συμπεριφορές. Δεν έχουν ύφος και στιλ γενναίου και ατρόμητου καουμπόη. Είναι άνθρωποι του διπλανού χωριού, όπως λέμε άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Μοιάζουν τόσο πολύ με τους δικούς μας κατσικοκλέφτες, ας πούμε. Εκεί που θυμώνουν, γελούν. Εκεί που γελούν, θυμώνουν! Δεν ξέρεις από πού να τους πιάσεις!
«Οι Φυγάδες του Μιζούρι» έχουν και άλλα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Εχουν πολλές γνωστές ανθρώπινες αδυναμίες. Είναι παλικάρια, αλλά και δειλοί. Είναι σκληροί, αλλά την ίδια στιγμή μαλακοί σαν προζύμι. Ερωτεύονται, ντρέπονται, ζηλεύουν. Εχουν μοναξιές και ανασφάλειες. Είναι άνθρωποι, με άλλα λόγια. Καμία σχέση με σχήματα παρόμοιων ταινιών. Ακόμα και η γυναίκα, η οποία στα καουμπόικα φιλμ ήταν πάντα παθητικό όργανο, εδώ επιτίθεται, διεκδικεί, απαιτεί. «Στριμώχνει» εκείνη τον άντρα. (Στις περισσότερες ταινίες του Αρθουρ Πεν η γυναίκα είναι ενεργητική.)Ο Πεν δεν ένιωσε με όλα αυτά ικανοποιημένος. Προχώρησε ακόμα ένα βήμα! Με την ταινία του, με την πλοκή της ιστορίας του, αλλά και με τους σύνθετους χαρακτήρες που δημιούργησε, προσπάθησε - και το κατάφερε - και συνέδεσε το τότε της Αμερικής με το σήμερα.
Ο Μάρλον Μπράντο, ο ναυλωμένος σωτήρας της ταινίας, λειτουργεί όπως ακριβώς λειτουργεί ο σημερινός Αμερικανός πράκτορας. Ψυχρά, κυνικά, μελετημένα. Σκοτώνει στο δευτερόλεπτο! Επίσης, η σημερινή πολιτική λογική της Αμερικής, σύμφωνα με τον Πεν, έχει τις ρίζες της στο παρελθόν της. Οι άνθρωποι ασύδοτοι από παραδόσεις και νόμους έχτισαν τη χώρα τους με πρωτόγονο τρόπο. Ο δυνατότερος έτρωγε τον αδυνατότερο ή τον υποχρέωνε να προσκυνήσει.Η ταινία δεν ευτύχησε με τους κριτικούς της εποχής της (1976). Δεν της έγραψαν καλά λόγια. Ωστόσο, η ίδια, κόντρα στις κακές κριτικές, άντεξε στο χρόνο. Ο φίλος του καλού κινηματογράφου, ακόμα και για ιστορικούς λόγους, δεν μπορεί να μην τη βάλει στις αποσκευές του.
1 σχόλιο:
Την ίδια εβδομάδα στο ΕΛΛΗΝΙΣ η πρώτη ταινία του Φατίχ Ακίν " Βαθιά Κοφτά Ανθρώπινα
Δημοσίευση σχολίου