Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2008

Γυμνοί στον Ηλιο του Ρενέ Κλεμάν

Από την Πέμπτη 4.9.08 στο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ

O MR RIPLEY Α ΛΑ ΓΑΛΛΙΚΑ
Όπως σε κάθε ταινία που έχει χρησιμοποιήσει ως έμπνευση μία από τις περιπέτειες του Τομ Ρίπλεϊ, τον αμοραλιστή ήρωα της Πατρίτσια Χάισμιθ, έτσι και στο «γυμνοί στον ήλιο» το κοινώς λεγόμενο «πρώτο επίπεδο» της δράσης αποτελείται από μία ίντριγκα. Με κύρια συστατικά το έγκλημα και την καταδίωξη, κι επικουρικά τη μοναξιά και μια ακαθόριστη ψυχοπαθολογία. Για τη μεγάλη μερίδα του φιλοθεάμονος κοινού, που εξακολουθεί να βλέπει το σινεμά ως οπτικοποιημένη δραματουργία, το στόρι έχει ως εξής : τάζοντας του το ποσό των 5.000 δολαρίων, ο πλούσιος κύριος Γκρίνλιφ στέλνει τον Τομ Ρίπλεϊ στην Ρώμη για να εντοπίσει και να γυρίσει πίσω με τον καλομαθημένο γιο του Φίλιπ. Μόνο που ο τελευταίος δεν φαίνεται διατεθειμένος να απαρνηθεί την ντόλτσε βίτα και τις φροντίδες της αγαπημένης του Μαρτζ. Τότε ο Ρίπλεϊ, ο οποίος είχε ήδη αναπτύξει μια σχέση αμφίδρομης εκμετάλλευσης με τον Φίλιπ, αποφασίζει να τον δολοφονήσει και να οικειοποιηθεί την ταυτότητά του. Η συνέχεια εκτυλίσσεται στη βάση της πλαστογραφίας, του διπλού παιχνιδιού και της ερωτικής πολιορκίας της Μαρτζ. Ακριβώς αυτή η μερίδα του κοινού, που θα προσκολληθεί στα συστατικά στοιχεία μιας ίντριγκας βραδυφλεγούς και συνεπέστατης, θα έχει θωπεύσει με τους οφθαλμούς της μόνο την επιφάνεια μιας ταινίας που λειτουργεί ως μαγική εικόνα. Πρόκειται για το άλλοθι που παρέχει ο Clement, προκειμένου να παραπλανήσει και να απαγάγει τον θεατή σε άλλα πεδία – κι ας αδυνατεί ο τελευταίος να τα αποκωδικοποιήσει. Για να δούμε τι κρύβεται πίσω από τη μαγική εικόνα : Η φωτογένεια. Δεν είναι τυχαία η επιλογή του απαστράπτοντος ιταλικού τοπίου, που τόσο εύστοχα έχει χαρακτηριστεί ως Belpaese (=όμορφη χώρα), ως πεδίου περιπλάνησης του Τομ Ρίπλεϊ. Με τη συνδρομή της φωτογραφίας του Henri Decae, η γοητεία της Ρώμης και των ακτών του ιταλικού Νότου κατακλύζει το κάδρο και μετατρέπει ακόμα και τους φόνους σε γεγονότα πρωτίστως αισθητικά. Αναπαριστά επίσης το κυνήγι της ουτοπίας, που περιβάλλει διαρκώς τον ήρωα κι όμως του ξεγλιστρά από τα χέρια. Απαράμιλλα φωτογενής και ο ίδιος ο ίδιος ο Ρίπλεϊ, που λίγη σχέση έχει ουσιαστικά με τους αντίστοιχους ήρωες των Wenders, Καβάνι, Minghella– όπως λίγη σχέση έχουν και οι υπόλοιποι μεταξύ τους. Ο ήρωας του Clement δε συγγενεύει καν, ας πούμε, με τον Βαλμόν του Λακλό, διότι η δική του στρατηγική δεν αποσκοπεί στην κατάκτηση ολοένα και περισσότερης ισχύος, αλλά στην απόκτηση ταυτότητας. Το φωτογενές εκμαγείο είναι κενό, άρα βαθιά τραγικό. Η περιπλάνησή του μας θυμίζει τελικά το «Επάγγελμα: Ρεπόρτερ» του Antonioni και μας μεταφέρει στην επόμενη προβληματική. Η πλαστοπροσωπεία. Η μύηση σε αυτήν αλλά και η προοικονομία της γίνεται μέσω ενός αθώου παιχνιδιού στους της ιταλικής πρωτεύουσας, όπου ο Φιλίπ θα υποδυθεί τον τυφλό (με το μπαστούνι που έχει αγοράσει από έναν πραγματικά τυφλό ζητιάνο) για να σκαρώσει μια ερωτική παγίδα. Πρόκειται για τον πρώτο «πλαστό» χαρακτήρα της ταινίας, με συμπεριφορά χαμαιλέοντα, που χειραγωγεί τον οικονομικά αλλά και – σε λανθάνουσα μορφή – ερωτικά εξαρτημένο από αυτόν Ρίπλεϊ. Με λίγα λόγια, η πλαστοπροσωπεία ξεκινά ως επίκτητη ανάγκη από έναν ζωντανό συσχετισμό, για να μετατραπεί από την τεχνική του Κλεμάν σε υπαρξιακό ζήτημα και πιθανώς σε αντικείμενο ψυχιατρικής μελέτης. Προσέξτε την παράταξη τριών σκηνών : α) ο Ρίπλεϊ, υποδυόμενος τον Φιλίπ, αποκρούει τηλεφωνικά τις απεγνωσμένες ικεσίες της Μαρτζ. β) ο Ρίπλεϊ, υποδυόμενος … τον εαυτό του επισκέπτεται τη Μαρτζ ως ο μοναδικός σύνδεσμος ανάμεσα σε αυτήν και τον δήθεν ζωντανό μνηστήρα της. Γ) ο Ρίπλεϊ μένει μόνος του και σκοτώνει την ώρα του στην ψαραγορά. Εύλογα προκύπτει το ερώτημα: σε αυτήν την τρίτη σκηνή, που αποτελεί και νεκρό χρονικό διάστημα, ποιόν υποδύεται ο ήρωας; Το υπαινικτικό ντεκουπάζ σηματοδοτεί και την απαρχή της σχιζοφρένειας, η οποία σε ετυμολογικό επίπεδο είναι ήδη τεκμηριωμένη. Το σασπένς, το οποίο χτίζεται με όρους χιτσκοκικούς (δηλαδή, για να αποδεσμεύσει περαιτέρω νοήματα), μέσα από μια λεπτομερειακή καταγραφή της φιλμικής δράσης και μια επιμήκυνση σε αναντιστοιχία με τη δραματουργική σημασία της. Πρώτο παράδειγμα, το ταξίδι με το ιστιοπλοϊκό. Υποβοηθούμενο από τις εναλλαγές βλεμμάτων και ζευγαριών εντός του κάδρου, παίρνει τον χαρακτήρα ενός παιχνιδιού ισορροπιών, παρουσιάζοντας αρκετές ομοιότητες με το «Μαχαίρι στο νερό». Δεύτερο παράδειγμα, η επόμενη δολοφονία που θα πραγματοποιήσει ο Ρίπλεϊ και το ξεφόρτωμα του πτώματος, που μετατρέπονται σχεδόν σε κωμικό νούμερο. Συνεπώς και σε μια ηθική αποδοκιμασία: ένας γελοίος θάνατος για έναν εξίσου τιποτένιο άνθρωπο-ακόμη περισσότερο αν αναλογιστούμε ότι τον σκότωσε… ο κανένας. Τρίτο παράδειγμα, και πιο αμφιλεγόμενο απ’ όλα, το παρατεταμένα κενό κάδρο του φινάλε, εκτός του οποίου υπονοείται η σύλληψη του Ρίπλεϊ – ή μήπως όχι; Σε κάθε περίπτωση, το άλυτο σασπένς του φινάλε αφήνει την έντονη υπόνοια μιας συμβατικής λύτρωσης, αναιρώντας εν μέρει τη στιλβωμένη μαγική εικόνα που μας είχε χαρίσει ο Clement.
Κωνσταντίνος Σαμαράς απο το www.cine.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: