Κυκλοφόρησε επιτέλους η «Ανθρωποκτονία», (Drabet), του Δανού, Per Fly, με τον Jesper Christensen, Pernilla August, στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Η ταινία, παρακολουθεί την πορεία προσωπικής απαξίωσης, ενός «αριστερού» καθηγητή Κοινωνιολογίας.
Όλα ξεκινούν, με τη δολοφονία ενός παντρεμένου φρουρού, σε εργοστάσιο παραγωγής πολεμικού υλικού, από μια ομάδα ακτιβιστών οι οποίοι εισβάλουν στο εργοστάσιο και προχωρούν σε βανδαλισμούς, με σκοπό την κοινωνική κατάδειξη και διαμαρτυρία. Μέλος της ομάδας των ακτιβιστών και φυσικός αυτουργός της δολοφονικής πράξης, είναι πρώην μαθήτρια, και νυν ερωμένη, του καθηγητή.
Οι ακτιβιστές συλλαμβάνονται και οδηγούνται στη φυλακή.
Από το σημείο αυτό, ο καθηγητής θέτει τον εαυτό του ως ενεργό υποκείμενο, μέσα στη «ροή» της ιστορίας, καλούμενος να δώσει άμεση απάντηση σε πολιτικά και ιδεολογικά διλήμματα, τα οποία σημαδεύουν οριστικά, τη ζωή του.
Νομιμοποιείται η εγκατάλειψη της ερωμένης, στην κρίσιμη στιγμή, για να μην τρωθεί το κύρος και η υπόληψη, του οικογενειάρχη καθηγητή; Νομιμοποιείται ο συμψηφισμός θυμάτων και η ένταξή τους, στις παράπλευρες απώλειες, ενός ακήρυχτου πολέμου;
Ο καθηγητής, απαντώντας αρνητικά, στην πρώτη ερώτηση και «επιφυλακτικώς» αρνητικά, στη δεύτερη, διαλύει την ατμόσφαιρα γαλήνιας απραξίας, που βασιλεύει στο σπίτι του, εγκαταλείποντας τη σύζυγό του, και αναλαμβάνει ενεργό ρόλο, στην ψυχολογική υποστήριξη και υπεράσπιση της ερωμένης του.
Η τελευταία ενέργεια, έχει σαν αποτέλεσμα να εκδιωχθεί από το σχολείο που εργαζόταν, σαν ιδεολογικός αρωγός, τρομοκρατών.
Το πρώτο μέρος της ταινίας, ολοκληρώνεται με τη διεξαγωγή της δίκης, για τη δολοφονία του φύλακα-φρουρού, όπου δικαιώνεται η ακολουθούμενη κοινή γραμμή άγνοιας, από την ομάδα των ακτιβιστών, σχετικά με τον φυσικό αυτουργό του φόνου, με αποτέλεσμα να αφεθούν, όλοι, ελεύθεροι, έχοντας εκτίσει, την προβλεπόμενη, για τους βανδαλισμούς, ποινή.
Ελεύθερο το ζευγάρι, ακτιβίστριας και καθηγητή, εγκαθίσταται, στο σπίτι του τελευταίου.
Στο δεύτερο μέρος, παρουσιάζεται βήμα προς βήμα, η προσωπική πορεία του καθηγητή, προς την έκπτωση.
Αρχικά, ο αναφερόμενος, από ιδεολογικός συνοδοιπόρος και «ηθικός» αρωγός, στην ελευθερία δράσης της νεαρής ακτιβίστριας, αυτοαναγορεύεται σε «φρουρό» της δημιουργηθείσας οικογενειακής τάξης, απωθώντας τόσο τη χήρα του σκοτωμένου φρουρού, που εκλιπαρεί για την αλήθεια, όσο και το νεαρό συνεργό, με τον οποίο έχει αναπτυχθεί, «τρυφερή» φιλία.
Αδυνατώντας να αντεπεξέλθει, στο ρόλο του περιφρουρητή, και συνειδητοποιώντας την κοινωνική του αποξένωση, διώχνει, την ερωμένη του και ακολουθεί μια διαδρομή, συναισθηματικής περιπλάνησης, μετάνοιας και απόρριψης, με αποδέκτες αρχικά, την πρώην σύζυγο, στη συνέχεια την ερωμένη, για να καταλήξει στην εισαγγελία, όπου καταγγέλλει την τελευταία, ως φυσικό αυτουργό, του φόνου.
Το σενάριο, αποφεύγοντας την «εύκολη», μανιχαϊκή «υπόδειξη», καλών και κακών χαρακτήρων, συνιστά υπόδειγμα δραματουργικής επεξεργασίας και ψυχολογικής εξέλιξης. Τα μηνύματα που εκπέμπει, δεν είναι εύκολα αποκωδικοποιήσιμα, και σίγουρα δεν εξαντλούνται, στα προφανή. Στέκομαι στα πιο σημαντικά, κατά τη γνώμη μου:
Πρώτον, η ηθικολογική αναδίπλωση και η καταγγελτική στάση του καθηγητή, δεν είναι απόρροια του χαμένου του εγωισμού, αλλά συνέπεια, μιας περισσότερο ουσιαστικής και βαθιάς διαδικασίας, που ξεκινά σαν ψυχολογική ανισορροπία, ελλείψει, κοινωνικού ερείσματος, για να καταλήξει στην «υπαρξιακή» κρίση, εξαιτίας της οριστικής απώλειας, νοήματος. Δεν υπάρχει λύση, έλεγε ο Δανός φιλόσοφος Kierkegaard, στο αίνιγμα της ανθρώπινης ύπαρξης, παρά μόνο με την άσκηση της ελεύθερης επιλογής. Το αποτέλεσμα των επιλογών μας, καταγράφεται οριστικά, στην Ιστορία. Η ηθική στάση αποτελεί έσχατη λύση, επειδή είναι η μόνη που αναγνωρίζεται ανοιχτά, το παράλογο, της επιλογής της.
Δεύτερον, η ανάγνωση της ιστορίας σαν τελολογίας, που μέσω της διαλεκτικής της σύνθεσης, οδηγεί σε ανώτερο επίπεδο ορθολογικής θεμελίωσης, είναι θεολογία, με άλλο ένδυμα, όπου στο τέλος της διαδρομής αντί για το θεό, προβάλλεται, ο ορθός λόγος.
Τρίτον, η ίδια η διαλεκτική σαν μεθοδολογία σύλληψης του ιστορικού «γίγνεσθαι» είναι ελλιπής, από τη στιγμή που η σχέση, αιτίου-αποτελέσματος, είναι ανατροφοδοτούμενη και ασυνεχής.
Η σκηνοθεσία, «πιστή» στο σενάριο, αποτυπώνει, με λιτά μέσα, τη διαδρομή προσωπικής έκπτωσης. Βασική τεχνική χρήσης της κάμερας, αργοί ρυθμοί, αρκετά κοντινά πλάνα που διερευνούν τον ψυχισμό των ηρώων, υιοθέτηση μουντών χρωμάτων, στα εσωτερικά γυρίσματα, διασφαλίζουν, το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Η ταινία, παρακολουθεί την πορεία προσωπικής απαξίωσης, ενός «αριστερού» καθηγητή Κοινωνιολογίας.
Όλα ξεκινούν, με τη δολοφονία ενός παντρεμένου φρουρού, σε εργοστάσιο παραγωγής πολεμικού υλικού, από μια ομάδα ακτιβιστών οι οποίοι εισβάλουν στο εργοστάσιο και προχωρούν σε βανδαλισμούς, με σκοπό την κοινωνική κατάδειξη και διαμαρτυρία. Μέλος της ομάδας των ακτιβιστών και φυσικός αυτουργός της δολοφονικής πράξης, είναι πρώην μαθήτρια, και νυν ερωμένη, του καθηγητή.
Οι ακτιβιστές συλλαμβάνονται και οδηγούνται στη φυλακή.
Από το σημείο αυτό, ο καθηγητής θέτει τον εαυτό του ως ενεργό υποκείμενο, μέσα στη «ροή» της ιστορίας, καλούμενος να δώσει άμεση απάντηση σε πολιτικά και ιδεολογικά διλήμματα, τα οποία σημαδεύουν οριστικά, τη ζωή του.
Νομιμοποιείται η εγκατάλειψη της ερωμένης, στην κρίσιμη στιγμή, για να μην τρωθεί το κύρος και η υπόληψη, του οικογενειάρχη καθηγητή; Νομιμοποιείται ο συμψηφισμός θυμάτων και η ένταξή τους, στις παράπλευρες απώλειες, ενός ακήρυχτου πολέμου;
Ο καθηγητής, απαντώντας αρνητικά, στην πρώτη ερώτηση και «επιφυλακτικώς» αρνητικά, στη δεύτερη, διαλύει την ατμόσφαιρα γαλήνιας απραξίας, που βασιλεύει στο σπίτι του, εγκαταλείποντας τη σύζυγό του, και αναλαμβάνει ενεργό ρόλο, στην ψυχολογική υποστήριξη και υπεράσπιση της ερωμένης του.
Η τελευταία ενέργεια, έχει σαν αποτέλεσμα να εκδιωχθεί από το σχολείο που εργαζόταν, σαν ιδεολογικός αρωγός, τρομοκρατών.
Το πρώτο μέρος της ταινίας, ολοκληρώνεται με τη διεξαγωγή της δίκης, για τη δολοφονία του φύλακα-φρουρού, όπου δικαιώνεται η ακολουθούμενη κοινή γραμμή άγνοιας, από την ομάδα των ακτιβιστών, σχετικά με τον φυσικό αυτουργό του φόνου, με αποτέλεσμα να αφεθούν, όλοι, ελεύθεροι, έχοντας εκτίσει, την προβλεπόμενη, για τους βανδαλισμούς, ποινή.
Ελεύθερο το ζευγάρι, ακτιβίστριας και καθηγητή, εγκαθίσταται, στο σπίτι του τελευταίου.
Στο δεύτερο μέρος, παρουσιάζεται βήμα προς βήμα, η προσωπική πορεία του καθηγητή, προς την έκπτωση.
Αρχικά, ο αναφερόμενος, από ιδεολογικός συνοδοιπόρος και «ηθικός» αρωγός, στην ελευθερία δράσης της νεαρής ακτιβίστριας, αυτοαναγορεύεται σε «φρουρό» της δημιουργηθείσας οικογενειακής τάξης, απωθώντας τόσο τη χήρα του σκοτωμένου φρουρού, που εκλιπαρεί για την αλήθεια, όσο και το νεαρό συνεργό, με τον οποίο έχει αναπτυχθεί, «τρυφερή» φιλία.
Αδυνατώντας να αντεπεξέλθει, στο ρόλο του περιφρουρητή, και συνειδητοποιώντας την κοινωνική του αποξένωση, διώχνει, την ερωμένη του και ακολουθεί μια διαδρομή, συναισθηματικής περιπλάνησης, μετάνοιας και απόρριψης, με αποδέκτες αρχικά, την πρώην σύζυγο, στη συνέχεια την ερωμένη, για να καταλήξει στην εισαγγελία, όπου καταγγέλλει την τελευταία, ως φυσικό αυτουργό, του φόνου.
Το σενάριο, αποφεύγοντας την «εύκολη», μανιχαϊκή «υπόδειξη», καλών και κακών χαρακτήρων, συνιστά υπόδειγμα δραματουργικής επεξεργασίας και ψυχολογικής εξέλιξης. Τα μηνύματα που εκπέμπει, δεν είναι εύκολα αποκωδικοποιήσιμα, και σίγουρα δεν εξαντλούνται, στα προφανή. Στέκομαι στα πιο σημαντικά, κατά τη γνώμη μου:
Πρώτον, η ηθικολογική αναδίπλωση και η καταγγελτική στάση του καθηγητή, δεν είναι απόρροια του χαμένου του εγωισμού, αλλά συνέπεια, μιας περισσότερο ουσιαστικής και βαθιάς διαδικασίας, που ξεκινά σαν ψυχολογική ανισορροπία, ελλείψει, κοινωνικού ερείσματος, για να καταλήξει στην «υπαρξιακή» κρίση, εξαιτίας της οριστικής απώλειας, νοήματος. Δεν υπάρχει λύση, έλεγε ο Δανός φιλόσοφος Kierkegaard, στο αίνιγμα της ανθρώπινης ύπαρξης, παρά μόνο με την άσκηση της ελεύθερης επιλογής. Το αποτέλεσμα των επιλογών μας, καταγράφεται οριστικά, στην Ιστορία. Η ηθική στάση αποτελεί έσχατη λύση, επειδή είναι η μόνη που αναγνωρίζεται ανοιχτά, το παράλογο, της επιλογής της.
Δεύτερον, η ανάγνωση της ιστορίας σαν τελολογίας, που μέσω της διαλεκτικής της σύνθεσης, οδηγεί σε ανώτερο επίπεδο ορθολογικής θεμελίωσης, είναι θεολογία, με άλλο ένδυμα, όπου στο τέλος της διαδρομής αντί για το θεό, προβάλλεται, ο ορθός λόγος.
Τρίτον, η ίδια η διαλεκτική σαν μεθοδολογία σύλληψης του ιστορικού «γίγνεσθαι» είναι ελλιπής, από τη στιγμή που η σχέση, αιτίου-αποτελέσματος, είναι ανατροφοδοτούμενη και ασυνεχής.
Η σκηνοθεσία, «πιστή» στο σενάριο, αποτυπώνει, με λιτά μέσα, τη διαδρομή προσωπικής έκπτωσης. Βασική τεχνική χρήσης της κάμερας, αργοί ρυθμοί, αρκετά κοντινά πλάνα που διερευνούν τον ψυχισμό των ηρώων, υιοθέτηση μουντών χρωμάτων, στα εσωτερικά γυρίσματα, διασφαλίζουν, το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Σταμάτης Μάμμης
4 σχόλια:
Πειράζει που το άρθρο με κανει να ΜΗ θέλω να δω την ταινία;
Πειράζει που ΔΕΝ ειμαι τόσο ψαγμένος σινεφιλ και με κουράζει αυτός ο ποιητής-κριτικός;
πάντως η ταινία είναι πάρα πολύ καλή, αλλά αν περαστεί από μικροσκόπια ειδικών κινηματογραφικών επιστημόνων, χάνει την αξία της....
Να πω την αλήθεια μου και εγώ σκαλώνω λίγο βλέποντας ένα τόσο μεγάλο κείμενο. Δεν το διαβάζω γιατί φοβάμαι ότι μετά θα μου χαλάσει την ταινία.
Επιφυλάσσομαι ωστόσο να κάνω μία εξίσου μεγάλη κριτική/άποψη όταν καταφέρω να τη νοικιάσω.
;p
Φοβερή ταινία! Η κριτική επίσης καλή, το μεγεθος συχνά δεν μετράει.
Η επιλογή του ζευγαριού για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους μου φαίνεται σαν ένα σχόλιο για την ρατσιστική Δανία που κρύβεται. Η μελαμψή νεαρή με το δανέζικο όνομα και ο κλασικός Δανός καθηγητής κοινωνικών επιστημών... Ίσως πάρει αρκετό καιρό μέχρι να το δούμε αυτό σε ελληνοβαλκανικούς συνδυασμούς.
Δημοσίευση σχολίου