Αξιολόγηση: ***
Συνήθως προσπαθούμε να σας προτείνουμε απ’ αυτήν εδώ τη στήλη ταινίες οι οποίες έχουν κάτι να προσφέρουν στο πεδίο της αισθητικής του σινεμά και επιχειρούν να αρθρώσουν έναν λόγο αμιγώς κινηματογραφικό. Όταν όμως αυτές σπανίζουν από την αγορά δεν μπορούμε παρά να μεταβάλλουμε κι εμείς ελαφρώς τα κριτήριά μας. Γι’ αυτή την εβδομάδα λοιπόν σας έχουμε κάτι πικάντικο, κάτι που μπορεί σαν σινεμά να είναι απλά διεκπεραιωτικό, παίζει όμως σε ένα πεδίο ιδεών άκρως ενδιαφέρον. Η Βαλ, ηρωίδα της ταινίας, πλησιάζει τα τριάντα, δεν έχει όμως κάνει σχεδόν ποτέ της έναν μόνιμο δεσμό. Ο λόγος δεν σχετίζεται ούτε με την εμφάνιση ούτε με το χαρακτήρα της. Απλά η Βαλ απολαμβάνει υπερβολικά πολύ το σεξ, το φίλτρο επιλογής της είναι ιδιαίτερα αμβλυμμένο, οπότε ουσιαστικά είναι σε θέση να αντλήσει το καλύτερο από τον οποιονδήποτε διαθέσιμο άνδρα. Περιφέρεται στη ζωή πατώντας γερά στα δικά της πόδια (καθώς επαγγελματικά εμφανίζεται αρκετά ικανή, όχι μόνο επειδή διαθέτει πτυχίο στη διοίκηση επιχειρήσεων και άπταιστη γνώση δυο ξένων γλωσσών, αλλά και γιατί σαν έμπειρη στις σχέσεις γνωρίζει καλά πώς να συμπεριφέρεται στους ανθρώπους, και ιδιαίτερα στους άνδρες), απαλλαγμένη από συναισθηματικές ή άλλες ανασφάλειες και δίνοντας και παίρνοντας ηδονή. Κάποια στιγμή βέβαια, καθώς «βάζει και το τριάρι» στην ηλικία, θα αποφασίσει να νοικοκυρευτεί με έναν άκρως ευκατάστατο επιχειρηματία, όμως η κατάληξη αυτής της σχέσης δεν θα είναι η αναμενόμενη.
Έχουμε μάθει πολλές φορές ότι «μόνο το σεξ δεν φτάνει» και ότι σε μια σχέση πρέπει να γίνονται αμοιβαίες υποχωρήσεις, έχουμε βαρεθεί να βλέπουμε ζευγάρια τα οποία εμφανώς δεν ταιριάζουν, αλλά παραμένουν μαζί γιατί απλά θεωρείται αυτοσκοπός να διατηρείς τη σχέση σου, ε, λοιπόν, σ’ αυτή την ταινία βλέπουμε μια γυναίκα η οποία διαπιστώνει ότι η υποταγή του σεξουαλικού σε άλλα κριτήρια, ψευτοσυναισθηματικά και οικονομικά, μόνο καλός σύμβουλος δεν είναι. Πολύ ενδιαφέρον έχει η συνέχεια, όπου η Βαλ αποφασίζει απολύτως αυτοβούλως να εργαστεί σε οίκο ανοχής πολυτελείας. Θα λέγαμε ότι η ταινία αποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό τη χαμένη υπόληψη αυτού του τόσου παρεξηγημένου επαγγέλματος, αναδεικνύει τον λειτουργηματικό του χαρακτήρα (χαρακτηριστική η σκηνή με τον ανάπηρο) και διερευνά με οξυδέρκεια τα όρια μεταξύ νυμφομανίας και πορνείας, τα οποία είναι πράγματι ασαφή. Τελικά κάθε άνθρωπος που έχει μάθει να δίνει και να παίρνει ηδονή είναι ένας δυνάμει εκδιδόμενος, και κατά συνέπεια μια βόμβα στα θεμέλια της καθεστηκυίας ηθικής, που μας θέλει ζευγαρωμένους και καθωσπρεπιστές, να παραμένουμε σε μόνιμους δεσμούς περισσότερο από φόβο, ανικανότητα και ανασφάλεια, παρά από ενεργή και αυτόβουλη επιθυμία. Εξαιρετική η πρωταγωνίστρια Μπελέν Φάμπρα, όχι μόνο πλάθει μια νυμφομανή που πατά γερά στα πόδια της και στέκεται με αξιοπρέπεια στην κοινωνία, αλλά είναι και άκρως εμφανίσιμη, και αξιοποιεί ανερυθρίαστα το σώμα της στο παίξιμό της. Θα θέλαμε όμως την ταινία πιο τολμηρή στις απεικονίσεις της και πιο πρωτότυπη, γιατί τώρα ναι μεν η ιστορία είναι ίσως ανατρεπτική (και είμαι σίγουρος ότι κάποιοι θα θεωρήσουν ότι η ταινία υποτιμά τη γυναίκα ή τη νοημοσύνη μας), η φόρμα όμως είναι άκρως συντηρητική και δυσκολεύει σε βαθμό πλήρους ανάσχεσης την άρθρωση ενός ολοκληρωμένου και ριζοσπαστικού λόγου.
Άγγελος Γιάννου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου