Δυστυχώς, με τα «Άγρια νερά» βρέθηκα μπροστά στο ακριβώς αντίθετο φαινόμενο: μια ταινία η οποία ουσιαστικά ξορκίζει το Κακό, αρνείται την ύπαρξή του, και αντί να προβληματίζει, τελικά καθησυχάζει τον θεατή ότι όλα βαίνουν καλώς. Κι όλ’ αυτά με την αντίστοιχη αισθητική. Νορβηγική είναι, θα μου πείτε. Αντανακλά πιθανώς τη συναισθηματική ασφάλεια και αυταρέσκεια ενός έθνους που ούτε το ευρώ σαν νόμισμα έχει, ούτε ελλείμματα δημιουργεί (διαθέτει 9,9% πλεόνασμα, απ’ ό,τι διάβασα). Ποιος όμως έχει σήμερα την πολυτέλεια να θεωρεί εαυτόν μονωμένο από μια κρίση που δεν μπορεί παρά να είναι παγκόσμια; Στα «Άγρια νερά» παρακολουθούμε μια ιστορία του τύπου «έγκλημα και τιμωρία», μια ιστορία ηθικής πτώσης και ανάνηψης. Ήρωας είναι ένας αρκετά συμπαθής και ευπαρουσίαστος νέος, που όταν ήταν έφηβος ενεπλάκη σε ένα περιστατικό που στοίχισε τη ζωή ενός παιδιού και τιμωρήθηκε με επτά χρόνια φυλάκιση. Όταν αποφυλακίζεται βρίσκει δουλειά σαν οργανοπαίχτης σε μια λουθηρανική εκκλησία, όπου και φτιάχνει δεσμό με την γυναίκα-ιερέα του ναού, η οποία τυγχάνει να είναι επίσης μητέρα ενός παιδιού σε παρόμοια ηλικία (ναι, στη Νορβηγία υπάρχουν και γυναίκες ιερείς, οι οποίες μάλιστα μπορεί να είναι ανύπαντρες μητέρες και να φλερτάρουν κιόλας)… Καθώς λοιπόν ο ήρωάς μας ξαναβρίσκεται μπροστά σε ένα μικρό κι αθώο ξανθό παιδάκι τα φαντάσματα επιστρέφουν κι αυτό που φαίνεται ρυθμισμένο, το δικαιακό σύστημα, η διαδικασία σωφρονισμού και επανένταξης, η εγγυητική ισχύς της θρησκείας, τίθενται εν αμφιβόλω…
Δεν μπορούμε φυσικά να σας αποκαλύψουμε την έκβαση του δράματος, σαν πλοκή η ταινία τσουλάει υποφερτά, η ουσία όμως είναι ότι στο Κακό δεν εντοπίζεται καμιά κοινωνική ρίζα, η ταινία δεν εμπεριέχει ούτε καν υπόνοια κοινωνικής κριτικής, ενώ σαν αισθητική βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα θέαμα επίπεδο, εντελώς τηλεοπτικό, οι χώροι είναι όλοι φωτισμένοι με τον ίδιο άπλετο τρόπο, καμία δραματικότητα ή ατμοσφαιρικότητα δεν αποσπάται από το περιβάλλον, ενώ η κάμερα συχνά κινείται άνευ λόγου και αιτίας, όπως για παράδειγμα στα πλάνα που ο ήρωας παίζει το εκκλησιαστικό όργανο, όπου επιχειρείται να κατασκευαστεί μια θρησκευτικότητα ίσως, μια μεταφυσική πτυχή ή κάτι τέτοιο.
Για τη μουσική ας μην το συζητάμε καλύτερα, θυμίζει αυτές τις copyright-free μελωδίες που παίζουν στα ασανσέρ. Να ήταν τουλάχιστον κανένα εικοσάλεπτο μικρότερη θα λέγαμε για dvd τρώγεται…
Άγγελος Γιάννου (videodrome-filmnoir.blogspot.com)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου