Γιατί, όμως, κανένας δεν ήθελε να δει αυτήν την ταινία; Θα σας την περιγράψω όσο πιο πιασάρικα γίνεται: αποτελεί φιούζιον (!) μεταξύ του «Η μεγάλη ανατριχίλα» (αλλά με καλύτερο σάουντρακ!) και του «Το μεγάλο φαγοπότι» (μόνο που εδώ οι ήρωες δεν αυτοκτονούν μέσω της υπερκατανάλωσης του φαγητού αλλά διαμέσου της υπερκατανάλωσης ναρκωτικών είτε κυριολεκτικά είτε ως πρόφαση, συνέπεια…).
Η υπόθεση σε τρεις σειρές: Τέσσερις σαραντάχρονοι (και βάλε) φίλοι από τα κολεγιακά χρόνια συναντιούνται, όπως κάθε χρόνο, στα γενέθλια του ενός από αυτούς, του Τιμ. Κάθε φορά επιλέγουν διαφορετικό προορισμό – αυτήν τη φορά είναι το Μπιγκ Σουρ στην Καλιφόρνια. Ο καθηγητής Αγγλικών Ρίτσαρντ, ο γιατρός Τζόναθαν, ο χρηματιστής (ή κάτι τέτοιο) Ρον, μαζί με τον Τιμ κρεπαλιάζουν με απίστευτες ποσότητες αλκοόλ, ναρκωτικών, σεξ και ροκ μουσικής. Είναι ολοφάνερο όμως πως δεν διασκεδάζουν. Οι ζωές τους δεν είναι έτσι όπως τις ήθελαν, έτσι όπως τις ονειρεύτηκαν όταν ήταν νέοι, γεμάτοι όνειρα, γεμάτοι πάθος, γεμάτοι φιλοδοξίες. Με μάτια κόκκινα από τις καταχρήσεις και τα (βουβά) δάκρια που χύνουν εντός τους, θα δουν το ψέμα να καταρρέει. Κι ο ένας μετά τον άλλο «αναχωρούν»…
Απίστευτος ο πεσιμισμός – στα όρια του μηδενισμού – της ταινίας. Καθώς το κουβάρι των σχέσεών τους ξετυλίγεται, κάθε ένας από τους ήρωες έρχεται αντιμέτωπος με τα τραύματά του, τις ματαιώσεις του, το κενό του. Τις προσδοκίες που είχε από τον εαυτό του τις διέψευσε και πλέον νιώθει τόσο λίγος απέναντι στους άλλους. Η απίστευτη ελαφρότητα του είναι γίνεται για τον καθένα τους όλο το βάρος του κόσμου και οι ώμοι τους, η ψυχή τους, δεν μπορεί να το σηκώσει. Όπως οι ήρωες του Φερέρι έτσι κι αυτοί του Πέλινγκτον επιλέγουν την βουτιά από ψηλά την ώρα και με τον τρόπο που το επιθυμούν, με τους δικούς τους όρους, αρνούμενοι πλέον να συμμετέχουν σε ένα παιχνίδι που αλλιώς το είχαν φανταστεί κι αλλιώς τους προέκυψε. Αντίθετα από τους ήρωες του Φερέρι, όμως, οι ήρωες του Πέλινγκτον είναι… ασυμπαθείς κι ο σκηνοθέτης δεν κάνει καμία προσπάθεια να μας κάνει να νοιαστούμε για αυτούς. Σαν μεσήλικα κωλόπαιδα, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για ταύτιση κι άρα για συμπόνια, ακόμα κι από έναν συνομήλικό τους όπως εγώ (ορίστε, το είπα!). Αφήστε που η… δικαιολογία για να αφήσουν τον μάταιο τούτο κόσμο είναι τουλάχιστον αστεία για τον καθένα τους ξεχωριστά και για όλους μαζί ως σύνολο. Οι ήρωες μετατρέπονται σε σχήματα και η σεμνή τελετή λαμβάνει τέλος χωρίς κανενός είδους έκπληξη.
Καλή η ανδρική φιλία αλλά δεν φτάνει. Το ότι ο Πέλινγκτον κινηματογραφεί ωσάν να ετοιμάζει φλασάτο βιντεοκλίπ μπορεί να αντανακλά την ψυχολογική σύγχυση της παρέας αλλά καταλήγει σε ναρκισιστικό κινηματογραφικό αυτισμό. Μικρό ρόλο έχει η πορνοστάρ συμπατριώτισσά μας, Σάσα Γκρέι και εντέλει τούτη η καταγραφή της κρίσης μέσης ηλικίας μιας παλιοπαρέας με τραγικές συνέπειες για τα μέλη της μας ελκύει για κάποιες αλήθειες της και για το υπέροχο σάουντράκ της, τόσο εκείνο με την πρωτότυπη μουσική του υπέροχου Tomandandy όσο και με τα τραγούδια από τη δεκαετία του ΄80 που κατακλύζουν την ταινία. Ναι, το σάουντρακ είναι για να… λιώσετε μαζί του!
Θόδωρος Γιαχουστίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου