Ο χώρος της ταινίας είναι το Λος Άντζελες. Ο χρόνος μία μόλις μέρα, το Νοέμβριο του 1962. Ο Τζορτζ ξυπνά με το βάρος της απώλειας του αγαπημένου του συντρόφου Τζιμ με τον οποίο συζούσε 16 χρόνια. Σκοτώθηκε 8 μήνες πριν σε αυτοκινητιστικό. Μη μπορώντας να αντέξει την πραγματικότητα της απώλειας, αποφασίζει να δώσει ο ίδιος τέλος «τερματίζοντας έγκαιρα με το κεφάλι ψηλά τη ζωή του» παίρνοντας τα λόγια του αποχαιρετιστήριου σημειώματος του Στέφαν Τσβάιχ.
Η ταινία έχει ως αφετηρία και ως τέλος το θάνατο. Μία πορεία που διέρχεται μέσα από τη διαρκή συνειδητοποίηση της μοναξιάς. Τη ροή του φυσικού χρόνου της ταινίας διακόπτει μια σειρά αναδρομών στη γνωριμία και τη σχέση των δύο αντρών. Σηματοδοτούν το παρελθόν ως όμορφη ανάμνηση αυτού που έχει χαθεί και που τώρα, στο παρόν, γίνεται αντιληπτό ως πόνος. Σχεδόν παράλληλα, από περιστατικά τυχαία, προκύπτουν απροσδόκητες συναντήσεις και πίσω από αυτές διακρίνεται ένας άντρας θλιμμένος και απόμακρος, τραυματισμένος από την απώλεια.
Ένα διαρκές παιχνίδι βλεμμάτων, εκφράσεων, προσώπων συνοδευόμενο από την υποβλητική δύναμη της μουσικής χαρίζει στο ρυθμό και την εξέλιξη της ταινίας μια γοητευτική λυρικότητα, σχεδόν ποιητική. Τα πού κοντινά στα πρόσωπα πλάνα, αποθανατίζουν και μεταδίδουν το μυστήριο, την αινιγματικότητα, την περιέργεια, την απόγνωση των προσώπων αναδεικνύοντας την ιδιαίτερη δυναμική της εικόνας και καθιστώντας συχνά το λόγο περιττό.
Στη δραματικότερη σκηνή της ταινίας, τη συνάντηση με την αγαπημένη φίλη του Σάρλοτ, ο φόβος είναι κυρίαρχος στη συνείδηση και των δύο. Φόβος που για τον Τζορτζ πηγάζει από την απώλεια, για τη Σάρλοτ, Τσάρλι όπως τη φώναζε χαϊδευτικά, από την απόρριψη. Κοινός παρονομαστής η αδυναμία υπέρβασης αυτού, η σχεδόν παθητική αποδοχή του φόβου. «Χρειάζεται πολλή προσπάθεια για να γυρίσω ξανά στο Λονδίνο» παραδέχεται εκείνη τρέμοντας να συνεχίσει να ζει μόνη, μα φοβούμενη περισσότερο ακόμα το βάρος μιας αποτυχημένης προσπάθειας. Προσπάθειας μιας νέας ζωής. Με άλλα λόγια, δεν είναι τόσο η μοναξιά που προκαλεί το φόβο, αλλά η πίστη τους πως θα ναι μάταιη κάθε προσπάθεια να ξεφύγουν από αυτήν, προτιμώντας συνειδητά την παραίτηση. Παραίτηση τραγική γιατί ακριβώς, στον αντίποδα κάθε αφελούς οπτιμισμού, πηγάζει από τη γνώση των ίδιων των ανθρώπινων πραγμάτων.
Είναι ίσως βιαστικός ο χαρακτηρισμός της ταινίας ως ομοφυλοφιλικής –κάτι που διευκρίνισε ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Ο ερωτικός δεσμός όπως αναπαρίσταται στην ταινία, δεν είναι ζήτημα φύλου. Πρόκειται για μια έκφανση της ίδιας της εμπειρίας του ερωτισμού και του έρωτα, ως ουσίας της ίδιας της ανθρώπινης ύπαρξης. Εδώ το φύλο δεν παίζει κανένα ρόλο.
Οθωνας Ψαλτόγλου Εξώστης