Dead Mans Shoes
cried like a sissy at the end of this. it's a hard hitter. and i love films about revenge
I wasn't too sure about this film before watching it. I was expecting your standard low budget Brit-flick, but it turned out to be a top notch example of how cheap and gritty is often the most effective method when it comes to getting the message across.
amazing film, one of my favourites
…man, this film is fukin boss
One of those low budget ones dat r propa gd cos der more realistic
Super duper dose!
Brilliant film, best British film ever in my opinion, seen it so many times but never get bored with it.
Paddy Considine is the best British actor for a generation.
Όταν το διαδυκτιο μιλα…
Η Seven Films παρουσιαζει :
…τον Ιούνιο σε επιλεγμένους κινηματογραφους!!!
Σάββατο 28 Απριλίου 2007
Παρασκευή 27 Απριλίου 2007
The Beat That My Heart Skipped
Ένα θηρίο ανήμερο. Ματωμένες γροθιές, ανοιχτοί λογαριασμοί και «μαύρο χρήμα».
Κι ένα πιάνο. Μια σύνθεση του Bach, ξανά και ξανά, εξαντλητικά, κάθε μοναχικό βράδυ.
Τα ίδια ματωμένα δάχτυλα που με το φως της μέρας γρονθοκοπούν αλύπητα αθώους και διώχνουν ανθρώπους από τα σπίτια τους, είναι αυτά που κάθε βράδυ χαϊδεύουν απελευθερωμένα, σχεδόν ερωτικά τις νότες του παλιού πιάνου.
Κάθε βράδυ, αυτές οι λίγες ώρες πάνω από το πιάνο, είναι οι μόνες στιγμές γαλήνης που σιγά σιγά εξημερώνουν το άγριο, επιφανειακά αναίσθητο θηρίο. Οι μόνες ώρες που o Τομά καταφέρνει να ξεφεύγει από τον πιεστικό πατέρα του, που τον βυθίζει κάθε μέρα πιο βαθιά στον βούρκο, και τους «φίλους» και συνεργάτες του που τον τραβάνε καθημερινά όλο και πιο βίαια στα σκοτάδια της παρανομίας.
Είναι εκείνες οι στιγμές που ο ηλεκτρονικός βόμβος που τραντάζει ολημερίς τα αυτιά του μέσα από τα ακουστικά του, μετατρέπεται σε πραγματική μουσική μέσα του.
Μια μελωδία, ένα μοναδικό φως στο σκοτάδι που έχει βυθιστεί.
Μια μελωδία, ξανά και ξανά, μέχρι να την τελειοποίησει, μέχρι την μεγάλη οντισιον, μέχρι αυτός να τρελαθεί, μέχρι το μέτρο της να συγχρονιστεί με τους χτύπους της καρδιάς του και τότε αυτή, πάνω στην κορύφωση, να σταματήσει, να τον απελευθερώσει.
Μια μελωδία που θα τον κάνει να βρει τον εαυτό του, και να κατανοήσει γιατί η μουσική είναι η αυτή που μπορεί να εξημερώσει και τα πιο άγρια θηρία: Γιατί είναι η μόνη που τα εξημερώνει χωρίς να τα κλείνει σε κλουβιά, μα φέρνοντας γαλήνη στην ψυχή τους.
Ένα θηρίο ανήμερο. Ματωμένες γροθιές, ανοιχτοί λογαριασμοί και «μαύρο χρήμα».
Κι ένα πιάνο. Μια σύνθεση του Bach, ξανά και ξανά, εξαντλητικά, κάθε μοναχικό βράδυ.
Τα ίδια ματωμένα δάχτυλα που με το φως της μέρας γρονθοκοπούν αλύπητα αθώους και διώχνουν ανθρώπους από τα σπίτια τους, είναι αυτά που κάθε βράδυ χαϊδεύουν απελευθερωμένα, σχεδόν ερωτικά τις νότες του παλιού πιάνου.
Κάθε βράδυ, αυτές οι λίγες ώρες πάνω από το πιάνο, είναι οι μόνες στιγμές γαλήνης που σιγά σιγά εξημερώνουν το άγριο, επιφανειακά αναίσθητο θηρίο. Οι μόνες ώρες που o Τομά καταφέρνει να ξεφεύγει από τον πιεστικό πατέρα του, που τον βυθίζει κάθε μέρα πιο βαθιά στον βούρκο, και τους «φίλους» και συνεργάτες του που τον τραβάνε καθημερινά όλο και πιο βίαια στα σκοτάδια της παρανομίας.
Είναι εκείνες οι στιγμές που ο ηλεκτρονικός βόμβος που τραντάζει ολημερίς τα αυτιά του μέσα από τα ακουστικά του, μετατρέπεται σε πραγματική μουσική μέσα του.
Μια μελωδία, ένα μοναδικό φως στο σκοτάδι που έχει βυθιστεί.
Μια μελωδία, ξανά και ξανά, μέχρι να την τελειοποίησει, μέχρι την μεγάλη οντισιον, μέχρι αυτός να τρελαθεί, μέχρι το μέτρο της να συγχρονιστεί με τους χτύπους της καρδιάς του και τότε αυτή, πάνω στην κορύφωση, να σταματήσει, να τον απελευθερώσει.
Μια μελωδία που θα τον κάνει να βρει τον εαυτό του, και να κατανοήσει γιατί η μουσική είναι η αυτή που μπορεί να εξημερώσει και τα πιο άγρια θηρία: Γιατί είναι η μόνη που τα εξημερώνει χωρίς να τα κλείνει σε κλουβιά, μα φέρνοντας γαλήνη στην ψυχή τους.
M.Ρ.
Δευτέρα 23 Απριλίου 2007
Berlinale in Athens
Grand Hotel
Απο την Τσεχια αυτη η "φουτουριστικη" ρομαντικη κοινωνικη κομεντι, που αφησε χλιαρες εντυπωσεις. Ενα ξενοδοχειο, ενα παρατηρητριο, διαφοροι ανθρωποι, πολλα συννεφα, μπερδεμενα συναισθηματα και μια απροσδιοριστη αναγκη φυγης. Το Grand Hotel δε θα μας απασχολησει για τους ενοικους που διαμενουν σε αυτο αλλα για τους υπαλληλους που δουλευουν εκει: Χαρακτηρες ιδιορυθμοι, προβληματικοι μα εντελει αξιαγαπητοι που δεν ξερουν πως (και σε ποιον) να εκφρασουν σωστα τα συναισθηματα τους, κανοντας λαθη απανωτα και πληγωνοντας τους αλλους μα και τους εαυτους τους. Τη λυση τελικα θα δωσει ενας ισχυρος ανεμος που θα ξεδιαλυνει το θολο τοπιο και θα τους παρασυρει λιγο πιο μακρια..
A friend of mine
Μια ιδιοτυπη φιλια αναμεσα σε δυο αντρες. Σιωπη, χαμηλοι τονοι, ηρεμια απο τη μια πλευρα - Ενταση, νευρο, κοινωνικοτητα απο την αλλη. Μια φαινομενικη συγκρουση. Μεσα ομως απο πολλες διαδρομες θα καταφερουν να ερθουν ουσιαστικα κοντα, ενω πισω απο τις αντιφασεις τους θα αντιληφθουν οτι αυτο που τελικα τους ενωνει ειναι δυνατη φιλια, που αποδεικνυεται τοσο μεσα απο μικροστιγμες οσο και στα μεγαλα σταυροδρομια. Ενα διωρο ταξιδι σε μια ιδιοτυπη αλλα ειλικρινη φιλια (απο αυτες που τοσο σπανιζουν σημερα), επενδεδυμενο με ενα πολυ ομορφο soundtrack και με πρωταγωνιστικο διδυμο τους 2 πιο υποσχομενους νεους ηθοποιους της Γερμανιας (Daniel Bruhl- "Goodbye Lenin!", "The Edukators" και Jurgen Vogel -"Ελευθερη Βουληση").
Ιnterview
Μια απο τις αναμενομενες ταινιες της Berlinale, ριμεικ της ταινιας του 2003 του Theo Van Gogh, σκηνοθετημενη αυτη τη φορα απο τον Steve Buscemi και πρωταγωνιστη τον ιδιο και τη Sienna Miller. Εργο δωματιου για δυο, βασιζεται καταρχην στις ερμηνειες των πρωταγωνιστων: η Sienna Miller παιζει τον εαυτο της αρκουντως εκνευριστικα (για τις αναγκες του ρολου, οπου παιζει μια κακομαθημενη σταρ), ενω ο Buscemi στο ρολο του ξεπεσμενου πολιτικου ρεπορτερ που της παιρνει "με το ζορι" τη συνεντευξη, ειναι ως συνηθως απολαυστικος. Καλοι και οι ρυθμοι του εργου, με αυξομειουμενες εντασεις, εκρηξεις και σιωπες που σιγουρα κρατουν το ενδιαφερον του θεατη, δυσκολα ομως ενθουσιαζουν.
Μ.Ρ.
Κυριακή 22 Απριλίου 2007
Emmas Glück
Πρωταγωνιστούν:
Πρωταγωνιστούν:
Jördis Triebel,
Jürgen Vogel
Σκηνοθεσία: Sven Taddicken
Σενάριο: Claudia Schreiber, Ruth Toma
Μουσική: Christoph Blaser, Steffen Kahles
Η Έμμα ζει μόνη της εκτρέφοντας γουρούνια σε μία φάρμα, που την έχει κληρονομήσει από την οικογένειά της υπερχρεωμένη. Η ζωή δίπλα στα ζώα της, την έχει κάνει να δημιουργήσει έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο συναισθηματικά κόσμο, σχετικά με αυτά. Νιώθει έναν πολύ ισχυρό δεσμό για τα ζώα της, ενώ τα σφαγιάζει με μια δική της, προσωπική έκφραση τρυφερότητας. Δε χρειάζεται άντρα δίπλα της, της αρκεί μια βόλτα με την παλιά της μοτοσικλέτα για να ερθει σε οργασμο. Παρόλα αυτά όμως νιώθει ένα είδος μοναξιάς και ο μοναδικός επίδοξος σύντροφός της, ο αστυνομικός του χωριού Χένερ, απλά δεν τηρεί τις προδιαγραφές.
Σκηνοθεσία: Sven Taddicken
Σενάριο: Claudia Schreiber, Ruth Toma
Μουσική: Christoph Blaser, Steffen Kahles
Η Έμμα ζει μόνη της εκτρέφοντας γουρούνια σε μία φάρμα, που την έχει κληρονομήσει από την οικογένειά της υπερχρεωμένη. Η ζωή δίπλα στα ζώα της, την έχει κάνει να δημιουργήσει έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο συναισθηματικά κόσμο, σχετικά με αυτά. Νιώθει έναν πολύ ισχυρό δεσμό για τα ζώα της, ενώ τα σφαγιάζει με μια δική της, προσωπική έκφραση τρυφερότητας. Δε χρειάζεται άντρα δίπλα της, της αρκεί μια βόλτα με την παλιά της μοτοσικλέτα για να ερθει σε οργασμο. Παρόλα αυτά όμως νιώθει ένα είδος μοναξιάς και ο μοναδικός επίδοξος σύντροφός της, ο αστυνομικός του χωριού Χένερ, απλά δεν τηρεί τις προδιαγραφές.
Ο Μαξ δουλεύει για έναν έμπορο μεταχειρισμένων αυτοκινήτων. Και αυτός είναι μόνος του. Ενώ οι πόνοι στο στομάχι του γίνονται ολοένα και πιο αφόρητοι, ο γιατρός του τον ενημερώνει ότι δεν έχει πολλή ζωή μπροστά του. Στο άκουσμα αυτών των νέων και έχοντας καταληφθεί από πανικό, κλέβει μία Τζάγκουαρ και ένα μεγάλο χρηματικό ποσό από τον εργοδότη και μοναδικό του φίλο, τον Χάνς. Ο τελευταίος, ξεκινά μια απίστευτη καταδίωξη με αποτέλεσμα η προσπάθεια του Μαξ να ξεφύγει από την παλιά του ζωή, να καταλήξει σε ένα απότομο τέλος, εισβάλλοντας από όλες τις πλευρές στην φάρμα της Έμμα. Η τελευταία δε μπορεί να πιστέψει την απροσδόκητη τύχη της. Όχι μόνο της ήρθε ουρανοκατέβατος ένας άντρας που μυρίζει ακριβώς όπως ονειρευόταν, αλλά μαζί του έφερε και αρκετά χρήματα ώστε να γλυτώσει τη φάρμα της από την υποχρεωτική κατάσχεση λόγω χρεών. Κρύβει τον αναίσθητο ακόμη άντρα στο κρεβάτι της και τα χρήματά του, ακριβώς από κάτω. Όταν ο Μαξ ξυπνάει, αντικρίζει έκπληκτος τη ρημαγμένη φάρμα αλλά και την σκληραγωγημένη γυναίκα. Βαθμιαία θα ενδώσει τόσο στα καλοπιάσματά της όσο και στην αίσθηση που του δημιουργείται από την αρχή, ότι έχει βρει τον προσωπικό του παράδεισο….
Ειναι μια απιστευτα ειλικρινης και τρυφερη ταινια που ενω διαπραγματευεται ενα ιδιαιτερα σκληρο θεμα σε λυτρωνει απο μια πικρη διαπιστωση. Η αγαπη αξιζει οταν τελειωνει. Οπως κι η ζωη...
H δεύτερη σκηνοθετική απόπειρα του Σβεν Τάντικεν, bασισμένη στο εξαιρετικά δημοφιλές best seller της Κλόντια Σράιμπερ, απέσπασε σημαντικές διακρίσεις στα φεστιβάλ όπου προβλήθηκε, κερδίζοντας παράλληλα τις εντυπώσεις και τον ενθουσιασμό των θεατών.
H δεύτερη σκηνοθετική απόπειρα του Σβεν Τάντικεν, bασισμένη στο εξαιρετικά δημοφιλές best seller της Κλόντια Σράιμπερ, απέσπασε σημαντικές διακρίσεις στα φεστιβάλ όπου προβλήθηκε, κερδίζοντας παράλληλα τις εντυπώσεις και τον ενθουσιασμό των θεατών.
Σάββατο 21 Απριλίου 2007
Αργούμε γιατι απο τα πολλα partys που να προλαβουμε να γραψουμε κιολας, αλλα ποτε δεν ξεχνουμε. Η Μπερλινάλε λοιπον στην Αθηνα για τριτη χρονιά. Με πολλα κι ενδιαφέροντα ντοκυμαντερ, 10 ταινιες απο τα Teddys, (gay @ lesbian) και μεσα σ αυτες και το αποκτημα της Seven Films απο το τμημα του συγχρονου Γερμανικου Σινεμα ,
το A Friend of Mine του Sebastian Schipper με τους δυο Γερμανους super stars Daniel Bruhl & Jurgen Vogel σε παραγωγη του Tom Tykwer (τρεξε λολα τρεξε) που θα παιχτει σε δυο πολυαναμενόμενες προβολες που σας συνιστουμε ανεπιφύλακτα,
Δευτερα 23.4 στις 21.00μμ στο ΔΑΝΑΟ 1 &
Τεταρτη 25.04 στις 20.30μμ στο ΑΣΤΥ.
Πέμπτη 19 Απριλίου 2007
EDMOND
Του Stuart Gordon
David Mamet σκηνοθετημένος από τον Stuart Gordon (Re-Animator, Castle Freak, Dagon, Masters of Horror: Dreams in the Witch-House); Γιατί όχι; Λίγοι γνωρίζουν πως στα χρόνια των ‘70, πριν ο Gordon «μπλέξει» με τον Richard-Roger Corman των 80s-Band και ανακηρυχτεί «Master of Horror», είχε ιδρύσει το περίφημο Organic Theater που μεταξύ άλλων είχε ανεβάσει και το «Sexual Preverity in Chicago», από τα πρώτα θεατρικά έργα του Mamet…
Ο Edmond αφήνει την γυναίκα του. Το σπίτι του. Ο Edmond μοιάζει να τα αφήνει όλα. Ο Edmond γυρίζει στη νύχτα. Βρωμιά. Και αλκοόλ. Ο Edmond ψάχνει. Δεν ξέρει τι. Μέχρι να το βρει. Ο Edmond νομίζει πως ψάχνει να γαμήσει. Θα γαμήσει. Και θα γαμηθεί…
Ο τρόμος της ύπαρξης, και ο Ταξιτζής του Mamet. Και του Gordon.
Νίκος Πάστρας
Seven Παπάφη
Του Stuart Gordon
David Mamet σκηνοθετημένος από τον Stuart Gordon (Re-Animator, Castle Freak, Dagon, Masters of Horror: Dreams in the Witch-House); Γιατί όχι; Λίγοι γνωρίζουν πως στα χρόνια των ‘70, πριν ο Gordon «μπλέξει» με τον Richard-Roger Corman των 80s-Band και ανακηρυχτεί «Master of Horror», είχε ιδρύσει το περίφημο Organic Theater που μεταξύ άλλων είχε ανεβάσει και το «Sexual Preverity in Chicago», από τα πρώτα θεατρικά έργα του Mamet…
Ο Edmond αφήνει την γυναίκα του. Το σπίτι του. Ο Edmond μοιάζει να τα αφήνει όλα. Ο Edmond γυρίζει στη νύχτα. Βρωμιά. Και αλκοόλ. Ο Edmond ψάχνει. Δεν ξέρει τι. Μέχρι να το βρει. Ο Edmond νομίζει πως ψάχνει να γαμήσει. Θα γαμήσει. Και θα γαμηθεί…
Ο τρόμος της ύπαρξης, και ο Ταξιτζής του Mamet. Και του Gordon.
Νίκος Πάστρας
Seven Παπάφη
Τετάρτη 18 Απριλίου 2007
Με αφορμή το "Διαμονιστή" του Αύγουστου Κορτώ....
Δαιμονίστηκα απνευστί. Και εν μια νυκτί.
Ναι, ένας δαιμονιστής κατάφερε να εισδύσει μέσα μου, όχι όμως με τον τρόπο που περιγράφει στο νέο του βιβλίο ο Αύγουστος Κορτώ. Ο δικός μου δαιμονιστής ξεπήδησε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου και βούτηξε μέσα στην ψυχή μου. Και συνυπάρχοντας μαζί της, την τριβελίζει εδώ και κάμποσες μέρες.
Στην τραχειά και νοσηρή επιφάνεια του βιβλίου αυτού, θα μπορούσε να πει κανείς οτι, εν ολίγοις, σκιαγραφείται με αδρές γραμμές η ομοφυλόφιλη Αθήνα και ο σκοτεινός λαβύρινθος της διαδικτυακής επικοινωνίας. Μέσα όμως στη δαιμονισμένη του ψυχή, αυτό το βιβλίο κρύβει πολλά περισσότερα. Πίσω και μέσα από τις σκληρές και συχνά διεστραμμένες περιγραφές, όπου το ανθρώπινο σώμα εξευτελίζεται σε ακραίο βαθμό και κατακρεουργείται, κρύβεται το πραγματικό, το ουσιαστικό βασανιστήριο -το βασανιστήριο της ψυχής.
Διαχωρίζοντας ιδιοφυώς ψυχή και σώμα -με το εύρημα της ύπαρξης των άψυχων «δαιμονιστών» που περιφέρονται ατέρμονα από σώμα σε σώμα διαμέσου της επαφής- ο συγγραφέας καταφέρνει να κοιτάξει βαθιά μέσα στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής, με τον πιο ιδιόμορφο τρόπο: επικεντρώνοντας στο α-ψυχο σώμα. Τα δαιμονισμένα, άψυχα κορμιά που παρελαύνουν ως χαρακτήρες στις σελίδες του βιβλίου, υποβάλλουν τους εαυτούς τους σε κάθε είδους ακρότητα, προεχόντως σωματική, μιας και δεν φοβούνται την παροδική, επιφανειακή φθορά του σώματος. Δεν τους αφορά. Το κορμί τους είναι απλά ένας μανδύας που περικλύει τη δαιμονισμένη τους ψυχή και που όταν αυτό φθαρεί ή τους κουράσει, θα το εγκαταλείψουν. Έτσι το υποβάλλουν σε κάθε είδους δοκιμασία χωρίς οίκτο. Και έτσι, ενώ επιφανειακά εξετάζονται τα όρια της ανθρώπινης αντοχής, τα όρια του σώματος, αυτά που τελικά εξερευνώνται -με συγκλονιστική καθαρότητα-, είναι τα όρια της ψυχής. Αυτής της αβύσσου, αυτής της κόλασης και μαζί και παραδείσου.
Απογυμνωμένη από την ανάγκη του σώματος, αλλά ταυτόχρονα συνυφασμένη και με αυτό, η ψυχή των δαιμονιστών φτάνει στα άκρα, εξερευνώντας έτσι και τα δικά μας όρια. Αδηφάγος και ακόρεστη -σεξουαλικά- η ψυχή των δαιμονιστών, αχόρταγη και παμφάγος η δική μας ψυχή -σε κάθε τομέα. Μόνο που εμείς κρύβουμε αυτή την άβυσσο, ο καθένας προσεκτικά και με τον τρόπο του, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε, για να μπορέσουμε συνυπάρξουμε με τους άλλους. Κάθε μέρα της ζωής μας προσποιούμαστε πως δεν υπάρχει αυτή η άβυσσος, πως δε μας αφορά, πως είμαστε μόνο μια ανέφελη επιφάνεια. Και διάγουμε, συνήθως, ευτυχώς. Όσο μάλιστα μεγαλύτερη η άγνοια και η προσποίηση, τόσο μεγαλύτερη και η ευτυχία. Όμως οι δαιμονιστές, πλάσματα άχρονα και αιώνια, που περιφέρονταν στον κόσμο απο πάντα και για πάντα, δεν μπορούν να μεταμφιέζουν πια αυτήν την νοσηρή άβυσσο σε συμβατική ευτυχία. Απαιτούν το παν, απαιτούν να δουν τα άκρα και να βουτήξουν στην άβυσσο, κι ας ξέρουν πως θα βυθιστούν σενα σκοτεινό δρόμο χωρίς γυρισμό.
Και ο Κορτώ, σαν δαιμονιστής και αυτός, βούτηξε σαυτή την άβυσσο, την αποτύπωσε στις σελίδες του βιβλίου του και μας την αφήνει έκθετη, για να τη δούμε κι εμείς. Κι αν έχουμε το θάρρος, να τη συγκρίνουμε με τη δική μας..
Ναι, ένας δαιμονιστής κατάφερε να εισδύσει μέσα μου, όχι όμως με τον τρόπο που περιγράφει στο νέο του βιβλίο ο Αύγουστος Κορτώ. Ο δικός μου δαιμονιστής ξεπήδησε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου και βούτηξε μέσα στην ψυχή μου. Και συνυπάρχοντας μαζί της, την τριβελίζει εδώ και κάμποσες μέρες.
Στην τραχειά και νοσηρή επιφάνεια του βιβλίου αυτού, θα μπορούσε να πει κανείς οτι, εν ολίγοις, σκιαγραφείται με αδρές γραμμές η ομοφυλόφιλη Αθήνα και ο σκοτεινός λαβύρινθος της διαδικτυακής επικοινωνίας. Μέσα όμως στη δαιμονισμένη του ψυχή, αυτό το βιβλίο κρύβει πολλά περισσότερα. Πίσω και μέσα από τις σκληρές και συχνά διεστραμμένες περιγραφές, όπου το ανθρώπινο σώμα εξευτελίζεται σε ακραίο βαθμό και κατακρεουργείται, κρύβεται το πραγματικό, το ουσιαστικό βασανιστήριο -το βασανιστήριο της ψυχής.
Διαχωρίζοντας ιδιοφυώς ψυχή και σώμα -με το εύρημα της ύπαρξης των άψυχων «δαιμονιστών» που περιφέρονται ατέρμονα από σώμα σε σώμα διαμέσου της επαφής- ο συγγραφέας καταφέρνει να κοιτάξει βαθιά μέσα στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής, με τον πιο ιδιόμορφο τρόπο: επικεντρώνοντας στο α-ψυχο σώμα. Τα δαιμονισμένα, άψυχα κορμιά που παρελαύνουν ως χαρακτήρες στις σελίδες του βιβλίου, υποβάλλουν τους εαυτούς τους σε κάθε είδους ακρότητα, προεχόντως σωματική, μιας και δεν φοβούνται την παροδική, επιφανειακή φθορά του σώματος. Δεν τους αφορά. Το κορμί τους είναι απλά ένας μανδύας που περικλύει τη δαιμονισμένη τους ψυχή και που όταν αυτό φθαρεί ή τους κουράσει, θα το εγκαταλείψουν. Έτσι το υποβάλλουν σε κάθε είδους δοκιμασία χωρίς οίκτο. Και έτσι, ενώ επιφανειακά εξετάζονται τα όρια της ανθρώπινης αντοχής, τα όρια του σώματος, αυτά που τελικά εξερευνώνται -με συγκλονιστική καθαρότητα-, είναι τα όρια της ψυχής. Αυτής της αβύσσου, αυτής της κόλασης και μαζί και παραδείσου.
Απογυμνωμένη από την ανάγκη του σώματος, αλλά ταυτόχρονα συνυφασμένη και με αυτό, η ψυχή των δαιμονιστών φτάνει στα άκρα, εξερευνώντας έτσι και τα δικά μας όρια. Αδηφάγος και ακόρεστη -σεξουαλικά- η ψυχή των δαιμονιστών, αχόρταγη και παμφάγος η δική μας ψυχή -σε κάθε τομέα. Μόνο που εμείς κρύβουμε αυτή την άβυσσο, ο καθένας προσεκτικά και με τον τρόπο του, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε, για να μπορέσουμε συνυπάρξουμε με τους άλλους. Κάθε μέρα της ζωής μας προσποιούμαστε πως δεν υπάρχει αυτή η άβυσσος, πως δε μας αφορά, πως είμαστε μόνο μια ανέφελη επιφάνεια. Και διάγουμε, συνήθως, ευτυχώς. Όσο μάλιστα μεγαλύτερη η άγνοια και η προσποίηση, τόσο μεγαλύτερη και η ευτυχία. Όμως οι δαιμονιστές, πλάσματα άχρονα και αιώνια, που περιφέρονταν στον κόσμο απο πάντα και για πάντα, δεν μπορούν να μεταμφιέζουν πια αυτήν την νοσηρή άβυσσο σε συμβατική ευτυχία. Απαιτούν το παν, απαιτούν να δουν τα άκρα και να βουτήξουν στην άβυσσο, κι ας ξέρουν πως θα βυθιστούν σενα σκοτεινό δρόμο χωρίς γυρισμό.
Και ο Κορτώ, σαν δαιμονιστής και αυτός, βούτηξε σαυτή την άβυσσο, την αποτύπωσε στις σελίδες του βιβλίου του και μας την αφήνει έκθετη, για να τη δούμε κι εμείς. Κι αν έχουμε το θάρρος, να τη συγκρίνουμε με τη δική μας..
Μαριάνα Ράντου
Τρίτη 17 Απριλίου 2007
BABEL
Όχι, δεν είναι ακόμα μια διθυραμβική κριτική για το δίδυμο των σπονδυλωτών Inarritu – Ariaga! Από αυτές είχαμε πολλές, οι οποίες δημιούργησαν προσδοκίες ανώτερες των πρεποντων. Η συνεργασία που ξεκίνησε με φρεσκάδα και ανανέωση(Amores Perros), καθιέρωσε τη μόδα σπονδυλωτών και εκθειάστηκε (21 Grams), μοιάζει πλέον πιο χιλιοειπωμένη και γραφική από ποτέ (BABEL). Είχα ένα φόβο πως μάλλον μια από τα ίδια θα έβλεπα και δυστυχώς επιβεβαιώθηκα, καθώς δεν υπάρχει μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας για τη δημιουργικότητα από την ασφάλεια που δίνει η επανάληψη μιας ήδη πετυχημένης συνταγής.
Η ταινία είναι μια φαινομενικά τέλεια ταινία. Οι σκηνοθετικές ικανότητες του Inarritu δε μπορούν να αμφισβητηθούν, όπως και η αποτύπωση από τον Ariaga τόσο αληθινών χαρακτήρων. Προς τι όμως αυτή η πολυπλοκότητα στο φόντο; Η αλληλουχία τόσο διαφορετικών ανθρώπινων κοινωνιών είναι πολύ φανταχτερή, όπως και ο τίτλος που την υποστηρίζει, αλλά ουσιαστικά πραγματική αλληλεπίδραση μεταξύ των ιστοριών δεν υπάρχει. Η σύνδεση μεταξύ τους είναι τόσο ανούσια που δεν αντιλαμβάνεσαι το σκοπό των δημιουργών. Ποιο είναι το συμπέρασμα δηλαδή; Ότι παντού σε όλο τον κόσμο οι άνθρωποι υποφέρουν ανεξαρτήτως φυλής; Χαίρω πολύ, σιγά το νέο! Πολύ παιδαριώδης μια τέτοια προσέγγιση και σίγουρα όχι ταιριαστή στο σεναριακό ταλέντο του Ariaga. Επίσης το ζήτημα της γλώσσας και επικοινωνίας, που ήταν το κύριο αντικείμενο στο οποίο πίστευα ότι αναφέρεται η ταινία βλέποντας το τρέιλερ και τον τίτλο, αντιμετωπίζεται μάλλον ρηχά και επιφανειακά δίνοντας την εντύπωση της απλής αναφοράς στο πρόβλημα. Άρα τι μένει; Οι πολύ καλές ερμηνείες του εκλεκτού καστ, ένας φοίνικας για τη σκηνοθεσία (που μπορεί και να τον άξιζε), κάποιες σκηνές πολύ δυνατές και πάνω από όλα το αίσθημα του ανολοκλήρωτου. Η ταινία δεν είναι κακή, προς Θεού! Ακόμα και σε μένα νομίζω άρεσε παρά τα πολλά “αλλά”, κι αυτό μάλλον γιατί το ξαναζεσταμένο φαγητό είναι καλύτερο απ’ το καθόλου φαγητό! Πειράζει όμως που ακόμα πεινάω;
Γιώργος Αγγελόπουλος
Όχι, δεν είναι ακόμα μια διθυραμβική κριτική για το δίδυμο των σπονδυλωτών Inarritu – Ariaga! Από αυτές είχαμε πολλές, οι οποίες δημιούργησαν προσδοκίες ανώτερες των πρεποντων. Η συνεργασία που ξεκίνησε με φρεσκάδα και ανανέωση(Amores Perros), καθιέρωσε τη μόδα σπονδυλωτών και εκθειάστηκε (21 Grams), μοιάζει πλέον πιο χιλιοειπωμένη και γραφική από ποτέ (BABEL). Είχα ένα φόβο πως μάλλον μια από τα ίδια θα έβλεπα και δυστυχώς επιβεβαιώθηκα, καθώς δεν υπάρχει μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας για τη δημιουργικότητα από την ασφάλεια που δίνει η επανάληψη μιας ήδη πετυχημένης συνταγής.
Η ταινία είναι μια φαινομενικά τέλεια ταινία. Οι σκηνοθετικές ικανότητες του Inarritu δε μπορούν να αμφισβητηθούν, όπως και η αποτύπωση από τον Ariaga τόσο αληθινών χαρακτήρων. Προς τι όμως αυτή η πολυπλοκότητα στο φόντο; Η αλληλουχία τόσο διαφορετικών ανθρώπινων κοινωνιών είναι πολύ φανταχτερή, όπως και ο τίτλος που την υποστηρίζει, αλλά ουσιαστικά πραγματική αλληλεπίδραση μεταξύ των ιστοριών δεν υπάρχει. Η σύνδεση μεταξύ τους είναι τόσο ανούσια που δεν αντιλαμβάνεσαι το σκοπό των δημιουργών. Ποιο είναι το συμπέρασμα δηλαδή; Ότι παντού σε όλο τον κόσμο οι άνθρωποι υποφέρουν ανεξαρτήτως φυλής; Χαίρω πολύ, σιγά το νέο! Πολύ παιδαριώδης μια τέτοια προσέγγιση και σίγουρα όχι ταιριαστή στο σεναριακό ταλέντο του Ariaga. Επίσης το ζήτημα της γλώσσας και επικοινωνίας, που ήταν το κύριο αντικείμενο στο οποίο πίστευα ότι αναφέρεται η ταινία βλέποντας το τρέιλερ και τον τίτλο, αντιμετωπίζεται μάλλον ρηχά και επιφανειακά δίνοντας την εντύπωση της απλής αναφοράς στο πρόβλημα. Άρα τι μένει; Οι πολύ καλές ερμηνείες του εκλεκτού καστ, ένας φοίνικας για τη σκηνοθεσία (που μπορεί και να τον άξιζε), κάποιες σκηνές πολύ δυνατές και πάνω από όλα το αίσθημα του ανολοκλήρωτου. Η ταινία δεν είναι κακή, προς Θεού! Ακόμα και σε μένα νομίζω άρεσε παρά τα πολλά “αλλά”, κι αυτό μάλλον γιατί το ξαναζεσταμένο φαγητό είναι καλύτερο απ’ το καθόλου φαγητό! Πειράζει όμως που ακόμα πεινάω;
Γιώργος Αγγελόπουλος
Κυριακή 15 Απριλίου 2007
«ΑΝΤΡΑΣ ΑΓΝΩΣΤΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ» [Unknown White Male]
Περιφέρεται στο μετρό της Νέας Υόρκης με βλέμμα χαμένου (ή βλαμμένου) χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα για την ταυτότητα του. Ψάχνοντας να βρει ποιος είναι φτάνει στην αστυνομία και με συνοπτικές διαδικασίες καταλήγει στο νοσοκομείο όπου περνάει μια βασανιστική εβδομάδα μέχρις ότου μια πολύ γλυκιά κοπέλα από το πρόσφατο παρελθόν του να τον ανακαλύψει και από εκεί να αρχίσει η αναζήτηση αυτονόητων πραγμάτων όπως: «Ποιος είμαι;», «έχω συγγενείς; Και αν ναι ποιοι είναι αυτοί;», «έχω φίλους;», «έχω σχέση;», «τι δουλειά κάνω;» , «ΠΟΥ ΜΕΝΩ;»
Ερωτήσεις άνευ λόγου και ουσίας για όλους εμάς τους κοινούς ανθρώπους με μνήμη, μα κεφαλαιώδους σημασίας για τον δυστυχή ήρωα αυτού του πολύ ενδιαφέροντος ντοκιμαντέρ με έντονα μυθοπλαστικά στοιχεία. Σ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας αυτός ο τύπος (σαν μωρό τριάντα χρονών) ΞΑΝΑγνωρίζει τη θάλασσα, τους φίλους του, τις αδερφές του, τον έρωτα, τη δουλειά του, την πόλη του, τα ζώα κλπ,κλπ. Κι ενώ όλα αυτά είναι πάρα πολύ ενδιαφέροντα δυστυχώς με τη συνεχή επανάληψη τους «φλατάρουν» την αφήγηση κι εμποδίζουν την ταινία να εκτοξευτεί στο πίσω μέρος του εγκεφάλου μας όπου υπάρχει ένας πολύ ζεστός και φιλόξενος χώρος για τα αριστουργήματα (μικρά και μεγάλα).
«Η αθανασία είναι η υστεροφημία μας» έλεγε ο Λιαντίνης και αν αυτή η ταινία (όπως είπα παραπάνω) δεν είναι το αριστούργημα που θα μπορούσε να είναι σίγουρα εγείρει πολλά ερωτήματα φιλοσοφικής φύσης τα οποία δίνουν τροφή για ατελείωτες συζητήσεις με ατελείωτα τσιγάρα. Μιλάω για αιώνιες λιακάδες καθαρών μυαλών που μπορούν σε υπερβολικές δόσεις να σε κάνουν τρελό ή κάτι τέτοιο, και αυτή την ίδια στιγμή που γράφω ξαναδιαβάζω αυτά που έγραψα και σκέφτομαι μήπως θα ήταν καλύτερο να είχα ξεχάσει αυτή την ταινία ώστε αύτη η ακατάσχετη φλυαρία να μην είχε γραφτεί ποτέ; Μήπως ακόμα να είχα ξεχάσει όλα αυτά που με κάνουν να γράφω έτσι; Μήπως να είχα ξεχάσει τις βλακείες που έχω κάνει και τις σκέφτομαι τα βράδια και ντρέπομαι; Πώς θα ήταν αν ξανάρχιζα μια καινούρια ζωή; Και τι θα γινόταν με όλο τον χαμένο χρόνο αφού ουσιαστικά θα έπρεπε να ξαναδημιουργηθώ έχοντας πίσω μου δεκαετίες χαμένες; Μήπως να ξεχνούσα απλώς ότι είμαι άνθρωπος κι έτσι να μην υπήρχε το «μήπως» στο μυαλό μου και μ’ αυτό τρόπο να μην μπορούσα να επαναλαμβάνω συνεχώς: « μήπωςμήπωςήπωςμήπωςμήπωςμήπωςμήπωςήπωςμήπωςμήπως ». ΜΗΠΩΣ;
Δευτέρα 9 Απριλίου 2007
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)